Οι διαταραχές διάθεσης είναι ένα συχνό φαινόμενο στο πληθυσμό των παιδιών και των εφήβων (Rocha et al. 2013), με ποσοστό από 1 εως 2.5% σε παιδιά προσχολικής ηλικίας (Rocha et al. 2013), 3% σε παιδιά σχολικής ηλικίας και 6% σε εφήβους (Costello et al. 2006).
Όσον αφορά τα δύο φύλλα, διαφορές εμφανίζονται κατά την εφηβεία, όπου τα κορίτσια παρουσιάζουν κατάθλιψη δυο φορές περισσότερο σε σχέση με τα αγόρια, με τις έφηβες να εμφανίζουν περισσότερο άγχος και ανησυχία, ενώ τα αγόρια έφηβοι επιθετικότητα και δυσπιστία προς τους άλλους (Κάκουρος & Μανιαδάκη, 2006).
Η παιδική κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από παρατεταμένη μελαγχολία, απουσία ενδιαφερόντων, απώλεια ευχαρίστησης και ευερέθιστη διάθεση. Το συναίσθημα αυτό κατακλύζει το παιδί, επηρεάζει την καθημερινότητά και τη λειτουργικότητά του, διαταράσσεται η σχέση του με τους άλλους, έχοντας μεγάλη ένταση και διάρκεια (Κάκουρος & Μανιαδάκη, 2006).
Η κατάθλιψη επηρεάζει τα παιδιά και τους εφήβους σε ποικίλους τομείς. Τα παιδιά και οι έφηβοι βιώνουν έντονα συναισθήματα ντροπής, υπερευεσθησίας και θλίψης. Eμφανίζουν είτε έντονη κινητική διάθεση ή υποτονικότητα, είτε περιορισμένη κοινωνικότητα και κάποιες φορές έντονο κλάμα. Οι έφηβοι πολλές φορές εμφανίζουν επιθετική συμπεριφορά ή μιλούν επιθετικά και κάποιες φορές καταφεύγουν σε εξαρτησιογόνες ουσίες. Έχουν συνήθως χαμηλή αυτοεκτίμηση, χαμηλή σχολική επίδοση και κατακλύζονται από ανησυχίες και φόβους. Ακόμη είναι ιδιαίτερα αυστηρά και επικριτικά με τον εαυτό τους, έχουν απαισιόδοξες σκέψεις και αυτοκτονικές διαθέσεις. Η κατάθλιψη ενδέχεται να επηρεάσει το παιδί και τον έφηβο στη διατροφή του, τον ύπνο του, ή ακόμη και να αισθάνονται κόπωση, στομαχόπονο ή και ναυτία (Κάκουρος & Μανιαδάκη, 2006). Να σημειωθεί πως τα παιδιά δεν μπορούν να μας εκφράσουν λεκτικά τη θλίψη τους όπως ένας ενήλικας.
Τι οδηγεί όμως στην κατάθλιψη; Η αιτία της κατάθλιψης είναι πολυπαραγοντική. Γενετικοί, περιβαλλοντικοί, οικογενειακοί παράγοντες καθως και στρεσογόνα γεγονότα συμβάλλουν στην εμφάνιση της κατάθλιψης. Όσον αφορά γενετικούς παράγοντες, μελέτες δείχνουν πως παιδιά τα οποία έχουν καταθλιπτικούς γονείς παρουσιάζουν πολλές πιθανότητες να εμφανίσουν και τα ίδια κατάθλιψη (Μουλλά, 2007). Μελέτες σε δίδυμα παιδιά δείχνουν ότι κληρονομείται μια προδιάθεση προς την κατάθλιψη, ωστόσο στην εκδήλωσή της συμβάλουν και άλλοι παράγοντες , όπως στρεσογόνα γεγονότα. Τέτοια στρεσογόνα γεγονότα μπορεί να είναι το διαζύγιο, η ενδοοικογενειακή βία, αποτυχία στη σχολική επίδοση, απόρριψη σε ερωτική ή φιλική σχέση, ασθένεια ή και θάνατος (Μουλλα, 2007). Όσον αφορά τους οικογενειακούς παράγοντες έχει φανεί πως σε οικογένειες που κάποιος από τους γονείς παρουσιάζει κατάθλιψη εμφανίζουν περισσότερες συγκρούσεις, δυσκολίες στην επικοινωνία, δυσκολία στο να εκφράσουν τα συναισθήματά τους και να υποστηρίξουν ο ένας τον άλλο (Παπάνης, 2008).
Η κατάθλιψη αλλιώς φαίνεται να είναι η καταπίεση των συναισθημάτων μας. Δεν επιτρέπουμε στον ευατό μας να εκφράσει αυτά τα συναισθήματα, τα καταπιέζουμε και οδηγούμαστε στην κατάθλιψη. Τα συνασθήματα που τείνουμε να καταπιέζουμε περισσότερο είναι ο θυμός και η θλίψη. Πολλές φορές καταπιέζουμε το θυμό μας, και αισθανόμαστε άχρηστοι με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε περισσότερο στην κατάθλιψη. Πολλές φορές πίσω από την οργή μας κρύβεται πολύ πόνος. Δυσκολευόμαστε πολύ να κλάψουμε, να αφήσουμε τον πόνο να βγει από μέσα μας καθώς φοβόμαστε πως δεν θα μπορούμε να το διαχειριστούμε. Ωστόσο μετά από το ξέσπασμα και το κλάμα νιώθουμε περισσότερη ανακούφιση (Πήττα & Σταύρου, 2015).
Ο ρόλος των εκπαιδευτικών
Ο ρόλος των εκπαιδευτικών στην ανίχνευση της παιδικής κατάθλιψης είναι ιδιαίτερα σημαντικός, καθώς είναι συνήθως ο πρώτος που αντιλαμβάνεται την ύπαρξή της και συμβάλει στη διάγνωσή της (Διδασκάλου, 2010). Είναι σημαντικό ο δάσκαλος να δημιουργήσει ένα υποστηρικτικό περιβάλλον με τους μαθητές στο οποίο θα ενθαρύνει τις υγιείς σχέσεις με τους συνομιλήκους και θα βασίζεται στην αυθεντικότητα, στην εμπιστοσύνη, στην αποδοχή και την εκτίμηση, καθώς οι μαθητές μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον τείνουν να είναι περισσότερο δημιουργικοί, να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και να έχουν λιγότερο άγχος (Μουλλά 2007, Τσοβίλη, 2003). Δραστηριότητες όπως ζωγραφική, κατασκευές, θεατρικό παιχνίδι, συμβολικό παιχνίδι οι οποίες εστιάζουν στην εναλλαγή ρόλων, στην εκμάθηση της ενσυναίσθησης (να μπαίνω στη θέση του άλλου), στα θετικά σημεία του κάθε παιδιού αλλά και της συνεργασίας συμβάλλουν στην μείωση της κατάθλιψης (Παπαδοπούλου, 2013).
Βιβλιογραφία:
Κάκουρος, Ε. – Μανιαδάκη Κ. (2006). Ψυχοπαθολογία Παιδιών και Εφήβων. Αναπτυξιακή Προσέγγιση. Αθήνα: ΤυπωθήτωΜουλλά, Β. (2007). Καταθλιπτική Διαταραχή Και Σχολική Δυσλειτουργία σε Παιδιά 10 – 14 Ετών. Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία. Διδακτορική Διατριβή.
Παπαδοπούλου, Β. (2013). Αγχώδεις διαταραχές και Κατάθλιψη στα Παιδιά. Διεπιστημονική & Ερευνητική Ψυχοκοινωνική Υποστήριξη Παιδιών και Ενηλίκων. Ανακτήθηκε από: http://www.dikepsy.gr/index.php?view=view_article&option=news&item=1401273086&lang=el
Παπάνης, Ε. (2008). Παιδική και εφηβική κατάθλιψη
Πήττα, Δ., Σταύρου, Κ. (2015). Κατάθλιψη παιδιών & εφήβων ως αποτέλεσμα κακοποίησης & παραμέλησης από το γονεïκό περιβάλλον. Πανελλήνιο Συνέδριο Επιστημών Εκπαίδευσης, 2015, 1243-1253.
Τσοβίλη, Θ. (2003). Δυσλεξία και άγχος: μια σχέση ζωής. Το άγχος των δυσλεξικών εφήβων και ο ρόλος της μητέρας και του φιλολόγου καθηγητή, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα.