Συναισθηματική επικοινωνία. Πώς μπορούν οι γονείς να ακούν το παιδί τους;
8
Απρ

Χαραλάμπους Ασπασία________ 8/4/2021

Πολλές φορές, από μικρά παιδιά μεγαλώνουμε, μαθαίνοντας πως πρέπει να είμαστε πάντα αισιόδοξοι, θετικοί, να μην παραπονιόμαστε, να μη μιλάμε για κάτι που μας δυσαρεστεί ή μας φέρνει σε δύσκολη θέση. Με τη σειρά μας, μπορεί να πράξαμε έτσι για να μπορούμε να είμαστε αρεστοί και σύμφωνοι με τις προσδοκίες των γονέων μας. Όμως, αλήθεια, δεν θα υπήρξαν στιγμές που ως παιδιά βιώσαμε εμπειρίες που μας προκάλεσαν έντονα και δυσάρεστα συναισθήματα, όπως τη στιγμή που χάσαμε σε ένα διαγωνισμό, που δεν πετύχαμε το επιθυμητό αποτέλεσμα σε ένα διαγώνισμα, που ένας φίλος μας μας είπε ψέματα, ή που πέθανε το σκυλάκι μας; Εάν παραδείγματος χάριν, σε περίπτωση που κάποιος φίλος σας είπε ψέματα, και ο γονέας σας σας απάντησε «Εντάξει, δεν πειράζει, είμαι σίγουρος πως σύντομα θα κάνεις άλλους φίλους», ίσως να νιώσατε πως δεν βρήκατε κατανόηση και έτσι να μάθατε πως ίσως είναι καλύτερο να κρατάτε το στόμα σας κλειστό. Εάν όμως, σε αυτή την περίπτωση, ο γονέας σας ρωτούσε τι συνέβη, πως νιώσατε και εάν μπορεί να σας βοηθήσει να βρείτε μια λύση, ίσως να νιώθατε μια ανακούφιση για τα έντονα συναισθήματα που βιώσατε και πως σας άκουσε πραγματικά. Ίσως τότε, να μη νιώθατε μοναξιά και επίσης θα ξέρατε πως οι γονείς σας είναι κοντά σας ό,τι και αν σας συμβεί.

Πώς μπορούν όμως οι γονείς να ακούν με ενσυναίσθηση τα παιδιά τους; Ενσυναίσθηση σημαίνει να μπορεί κάποιος να μπαίνει στη θέση του άλλου, να νιώθει τα συναισθήματα που βιώνει ο άλλος. Παραδείγματος χάρη, ο 8χρονος Γιάννης γυρνάει στο σπίτι, στενοχωρημένος επειδή τα παιδιά της γειτονιάς, δεν έπαιξαν μαζί του σήμερα. Ο πατέρας του, αμέσως του απαντά «Όχι πάλι Γιάννη. Είσαι μεγάλο παιδί, δεν είσαι μωρό. Μη θυμώνεις κάθε φορά που κάποιος δεν παίζει μαζί σου. Προσπάθησε να το ξεχάσεις, κάλεσε κάποιον άλλο συμμαθητή σου για να παίξετε». Σε αυτή την περίπτωση, τι αλήθεια συνέβη; Ο πατέρας αντέδρασε στο Γιάννη, μη δείχνοντας ενσυναίσθηση, μη δίνοντάς του την ευκαιρία να εκφράσει τα συναισθήματά του και στην πραγματικότητα του έκανε μια διάλεξη για το τι πρέπει να κάνει, δίνοντάς του συμβουλές. Ο Γιάννης απομακρύνεται νιώθοντας ακόμη πιο πληγωμένος, ίσως σκέφτεται πως είναι και υπερβολικός, κάτι που κατακερματίζει την αυτοεκτίμηση του.

Για να μπορέσουν οι γονείς να ανταποκριθούν με ενσυναίσθηση και να χτίσουν σχέση εμπιστοσύνης με το παιδί τους, πρέπει πρώτα να έχουν επίγνωση των δικών τους συναισθημάτων και στη συνέχεια των παιδιών τους. Είναι σημαντικό να αναγνωρίζουν πρώτα τα συναισθήματα που βιώνει ο καθένας για τον εαυτό του και να μπορούν να τα κατονομάσουν. Είναι θεμιτό, οι γονείς να θυμώσουν με κάτι που έκανε το παιδί τους. Εάν μπορούν να εκφράσουν το θυμό τους, αποφεύγοντας σαρκασμό, περιφρόνηση, υποτιμητικά σχόλια, μεταφέρουν στα παιδιά το μήνυμα, ότι έντονα συναισθήματα όπως ο θυμός μπορούν να ελεγχθούν. Εάν πάλι, δυσκολευόνται να ελέγξουν το θυμό τους και φοβούνται πως θα χάσουν τον έλεγχο είναι προτιμότερο να πάρουν μια ανάσα και να επανέλθουν στη συζήτηση όταν θα έχουν ηρεμήσει. Και εάν πάλι χάσουν τον έλεγχο, ας μη ξεχνάμε τη δύναμη της συγγνώμης. Όλοι κάνουν λάθη ή λένε πράγματα πάνω στο θυμό μας που τα μετανιώνουν μετά. Τα παιδιά κατανοούν την έννοια της συγγνώμης από μικρή ηλικία. Μπορούν να συζητήσουν το ατυχές συμβάν, πως ένιωσαν τη στιγμή εκείνη και πώς μετά. Αυτό ίσως αποτελέσει μια επανορθωτική εμπειρία για τη μεταξύ τους σχέση και ένα καλό παράδειγμα για τα παιδιά του πως να διαχειρίζονται τη θλίψη και τις τύψεις τους. Είναι σημαντικό να υπάρχουν αυτές οι δεύτερες ευκαιρίες συζήτησης μεταξύ γονέων και παιδιών.

Το να μπορούν οι γονείς να αναγνωρίζουν τα δυσάρεστα συναισθήματα των παιδιών και να επιτρέπουν την εκδήλωσή τους, προσφέρει σε αυτά ανακούφιση, τα απελευθερώνει καθώς και τρόπους χειρισμούς τους. Είναι σημαντικό να αναγνωρίζουν τα συναισθήματα των παιδιών από την αρχή και να μην περιμένουν να κλιμακωθούν. Εάν ένα παιδί νιώθει ζήλια επειδή ο καλύτερος του φίλος επιλέχτηκε για την ομάδα ποδοσφαίρου, και εκείνος όχι, οι γονείς μπορούν να το συζητήσουν μαζί του βοηθώντας τον να εκφράσει τα συναισθήματά του παρά να συσσωρευτούν και ενδεχομένως να δημιουργηθεί ένας καβγάς ή μια πίεση πολύ μεγαλύτερη στο παιδί. Για να μπορέσει ένας γονέας να ακούσει με ενσυναίσθηση το παιδί του είναι σημαντικό να εστιάσει στη γλώσσα του σώματος του, να μιλάει σε χαλαρό και ήρεμο τόνο και να προσπαθεί να δει τον κόσμο από τη δική του οπτική γωνία. Πολλές φορές το παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να πει πως νιώθει και να είναι αρκετά μπερδεμένο. Είναι σημαντικό να μπορεί να βοηθήσει το παιδί να προσδιορίσει αυτό που νιώθει και να το εκφράσει λεκτικά. Παραδείγματος χάριν, η Ελένη γυρνάει στο σπίτι της και είναι πολύ στενοχωρημένη γιατί οι δυο κολλητές της δεν έπαιξαν μαζί της στο σχολείο. Ακολουθεί ένα διάλογος μεταξύ μητέρας και κόρης όπου η Ελένη μπορεί να εξηγήσει στη μητέρα της τι συνέβη με τις δύο φίλες της, και η μητέρα της να ανταποκριθεί λέγοντάς της πως μάλλον πρέπει να ένιωσε πολύ πληγωμένη και ότι και η ίδια θα αισθανόταν άσχημα εάν της είχε συμβεί το ίδιο. Οι γονείς βάζοντας σε λέξη αυτά τα έντονα συναισθήματα, βοηθούν το παιδί να μεταβάλει αυτό το μεγάλο τρομακτικό συναίσθημα σε κάτι πιο χειροπιαστό με όρια και υπόσταση, το οποίο μπορεί να ελεγχθεί. Βοηθούν τα παιδιά κατά αυτό τον τρόπο να αποκτήσουν ένα λεξιλόγιο για να μπορούν να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Εφόσον, ένας γονέας έχει αναγνωρίσει τα συναισθήματα του παιδιού του, τα έχει κατονομάσει λεκτικά, τότε στη συνέχεια, μπορεί να καθοδηγήσει το παιδί με καταλληλότερους τρόπους χειρισμού της συμπεριφοράς του. Τα όρια και οι οδηγίες μπορούν να μπουν αφού πρώτα κάποιος έχει φροντίσει τη σχέση.

Βιβλιογραφική πηγή:

Gottman J., (2011). Η συναισθηματική νοημοσύνη των παιδιών. Εκδόσεις Πεδίο.

Χαραλάμπους Ασπασία

Αναπτυξιακή Ψυχολόγος

Σύμβουλος Οικογενειακής θεραπείας