Πρακτικές Συμβουλές για τη Σχολική Χρονιά Στην Περίοδο της Πανδημίας

Η αβεβαιότητα που προκάλεσε η πανδημία της λοίμωξης COVID – 19 (Corona Virus Disease 2019) συνιστά μια πρόκληση για τη σχολική καθημερινότητα. Εκπαιδευτικοί και μαθητές καλούνται να μεταβάλουν τους τρόπους με τους οποίους διδάσκουν και διδάσκονται, ούτως ώστε η εκπαιδευτική διαδικασία να καταστεί και πάλι εφικτή και αποτελεσματική.

Η πανδημία COVID – 19 έχει επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την αίσθηση ασφάλειας των μαθητών (Liu & Doan,2020),  ιδίως των μικρότερων ηλικιακά, οι οποίοι έχουν αυξημένες συναισθηματικές ανάγκες και μεγαλύτερη δυσκολία στην κατανόηση και έκφραση επώδυνων συναισθημάτων. Η συγκεκριμένη συνθήκη μπορεί να οδηγήσει σε εκδήλωση μετατραυματικού στρες και άλλων προβλημάτων ( Fegert, Vitiello & Clemens, 2020` Liu & Doan,2020).

Σύμφωνα με το Εθνικό Δίκτυο για το Τραυματικό Στρες Παιδιών ( NCTSN/ National Child Traumatic Stress Network) των Η.Π.Α., ως «παιδικό τραύμα» ( child trauma) ορίζεται «μια εμπειρία που απειλεί τη ζωή ή μπορεί να προκαλέσει σωματικό τραυματισμό και είναι τόσο ισχυρή και επικίνδυνη που καταστέλλει την ικανότητα του παιδιού να ρυθμίσει τα συναισθήματά του ή να αντιμετωπίσει την κατάσταση» ( NCTSN, 2008). Τα τραυματικά γεγονότα προκαλούν ακραία συναισθήματα φόβου και αδιεξόδου που μπορούν να επηρεάσουν τη μάθηση και τις σχολικές επιδόσεις και να προκαλέσουν σωματική και συναισθηματική ένταση στα παιδιά ( NCTSN, 2008).

Όσον αφορά στα παιδιά προσχολικής ηλικίας που εκτίθενται σε ένα τραυματικό γεγονός είναι δύσκολο να περιγράψουν με λόγια αυτό που τα ενοχλεί ή αυτό που αισθάνονται. Μπορεί να αισθάνονται αβεβαιότητα για το εάν υπάρχει συνεχιζόμενος κίνδυνος, αλλά και γενικευμένο φόβο που εκτείνεται πέρα από το τραυματικό γεγονός και σε άλλες πτυχές της ζωής τους. Μπορεί ακόμη να διακατέχονται από αίσθημα αδυναμίας και άγχους που σε ορισμένες περιπτώσεις είναι δυνατό να εκφραστούν με απώλεια ήδη κατακτημένων αναπτυξιακών δεξιοτήτων: π.χ. μπορεί να μην μπορούν να κοιμηθούν μόνα τους ή να μην μπορούν  να αποχωριστούν τους γονείς τους και να πάνε σχολείο. Μπορεί επίσης να δείχνουν απροθυμία να παίξουν σε εξωτερικούς χώρους εάν ένα μέλος της οικογένειας δεν είναι μαζί τους. Συχνό φαινόμενο είναι και το να χάσουν ακόμη και δεξιότητες λόγου ή και υγιεινής, ή να διαταράσσεται ο ύπνος τους από εφιάλτες. Σωματικά συμπτώματα που μπορεί να εκδηλώσει ένα παιδί προσχολικής ηλικίας περιλαμβάνουν σωματικό πόνο, ανορεξία κα δυσκολίες στον ύπνο ( NCTSN, 2008).

Τα συμπτώματα τραύματος που μπορεί να εκδηλώσει ένα παιδί σχολικής ηλικίας ( δημοτικού σχολείου) περιλαμβάνουν ( NCTSN, 2008) :

  • Άγχος ή/και διαρκή ανησυχία
  • Φόβο για την ασφάλεια του ίδιου ή των άλλων
  • Ενοχή ή και ντροπή για το τι έκαναν ή τι δεν έκαναν κατά τη διάρκεια του τραυματικού γεγονότος
  • Συναισθηματική απάθεια
  • Απόσυρση
  • Μειωμένη προσοχή
  • Αλλαγές στις σχολικές επιδόσεις
  • Πόνοι (πονοκέφαλοι, στομαχόπονοι, κοιλόπονοι)
  • Διαταραχές ύπνου
  • Φοβίες

 

Το τραύμα μπορεί να έχει βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία και την ευημερία των παιδιών. Όσο πιο παρατεταμένο και έντονο είναι, τόσο μεγαλύτερος είναι ο αντίκτυπος σε διάφορους τομείς λειτουργίας. Οι τρόποι αντίδρασης ενός παιδιού στο τραύμα μπορούν να γίνουν τόσο πολύ μέρος του τρόπου λειτουργίας του, που να είναι δύσκολο για τους ενήλικες να αναγνωρίζουν τις συμπεριφορές του ως συμπεριφορές απόκρισης στο τραύμα. Εάν όμως δεν λάβουμε υπόψη το τραύμα, διατρέχουμε τον κίνδυνο να παρεξηγήσουμε και να παραβλέψουμε βασικά ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι μαθητές μας (Guarino & Chagnon, 2018). Η επίδραση ενός τραύματος μπορεί – ανάλογα με την ύπαρξη ή μη κατάλληλης διαχείρισης – να οδηγήσει σε δύο εκβάσεις: είτε σε ανθεκτικότητα, ανάρρωση, ανάκαμψη, είτε σε σοβαρό και διαρκές άγχος, εξουθένωση ( πνευματική και ψυχική) και σταθερά « δυσπροσαρμοστική» συμπεριφορά (Layne&al.,2009).

 

Κάποιες πρακτικές οδηγίες για τη διαχείριση μαθητών την τρέχουσα περίοδο της πανδημίας και σύμφωνα πάντα με τις οδηγίες του NCTSN (2020) είναι οι εξής:

 

  • Διατηρούμε κατά το δυνατόν τη συνηθισμένη ρουτίνα. Με αυτόν τον τρόπο μεταφέρουμε εξωλεκτικά το μήνυμα στα παιδιά πως είναι ασφαλή και πως η ζωή συνεχίζεται με κανονικότητα.
  • Φροντίζουμε αφενός να δημιουργήσουμε μια ρουτίνα (ένα καθημερινό πρόγραμμα που ακολουθούμε) και αφετέρου να κρατάμε καλή επικοινωνία. Αυτά, ως πρώτα βήματα, έχουν κρίσιμη σημασία. Στη συνέχεια, φροντίζουμε να δείχνουμε στους μαθητές μας πως κατανοούμε τις δυσκολίες που τους προξενούν οι αλλαγές στη ρουτίνα της σχολικής μας ζωής και θα τους τις ανακοινώνουμε εκ των προτέρων, όταν αυτό είναι εφικτό.
  • Παρέχουμε απαραίτητες πληροφορίες σιγά σιγά εκθέτοντας τα σταδιακά σε αυτές.
  • Ενθαρρύνουμε τους μαθητές μας να μας μιλούν όταν υπάρχουν πράγματα που δεν καταλαβαίνουν σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση. Αυτό μπορούμε να το κάνουμε χρησιμοποιώντας ερωτήσεις ανοικτού τύπου.

Τέλος, επειδή είναι δύσκολο να οριστεί η σοβαρότητα των συμπτωμάτων του τραύματος – μερικά παιδιά μπορεί να δείχνουν πως είναι καλά ( π.χ. ένα παιδί μπορεί να μην έχει παρουσιάσει μείωση της σχολικής του επίδοσης) – δεν είναι απαραίτητο να είμαστε απόλυτα σίγουροι πριν κάνουμε μια παραπομπή σε ειδικό. Πάντως, ένα παιδί πρέπει οπωσδήποτε να παραπεμφθεί για εξατομικευμένη βοήθεια όταν οι αντιδράσεις του φαίνονται να είναι σοβαρές ( όπως συνεχής απελπισία και φόβος), για μεγάλο διάστημα ( πάνω από έναν μήνα) και επηρεάζουν την καθημερινότητά του ( NCTSN, 2008).

 

  • Fegert JM, Kehoe LA, Vitiello B, Karwautz A, Eliez S, Raynaud J-P, et al. COVID-19: services must remain active, we must communicate with networking partners and avoid further closure of psychiatric units. https ://www.escap .eu/index /coron aviru s-and-menta l-healt h/maint ain-conta ct-with-patie nts-and-their -famil ies-and-preve nt-closu re-of-servi ces. 2020.
  • Guarino, K., & Chagnon, E. (2018). Trauma-sensitive schools training package.
  • Layne, C. M., Beck, C. J., Rimmasch, H., Southwick, J. S., Moreno,M. A., & Hobfoll, S. E. (2009). Promoting ‘resilient’ posttrau-matic adjustment in childhood and beyond: ‘unpacking’ lifeevents, adjustment trajectories, resources, and interventions. InD. Brom, R. Pat-Horenczyk, & J. D. Ford (Eds.), Treatingtraumatized children: Risk, resilience and recovery (pp. 13–47).NY: Routledge
ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΥΛΙΚΟ
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ